Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

«ΘΕΛΩ»

Καταστρέφοντας τα μολυβένια Φτερά,
πέταξα ότι θύμιζε Θεό και πατρίδα.
Όταν ξυπνώ μουσκεμένη απ την έλλειψη του «ανήκω»,
παίρνω ανάμεσα στα χέρια μου τα «θέλω» και κάνω ξανά μοιρασιά.
Τα πολύχρωμα τα σφάζω στο όνομα της αμαρτίας,
κρατώ τα γκρίζα για τη διακόσμηση της συνήθειας.
Υπάρχουν όμως τα απείθαρχα κόκκινα,
εκείνα που άντεξαν στις ξένες προσδοκίες,
που όσο και να προσποιούμε πως είναι ακίνδυνα,
αυτό που βγαίνει απ τις κλειστές κάμαρες,

έχει την μυρωδιά της φωτιάς.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΣΥΛΛΑΒΙΖΟΝΤΑΣ

Αν επέλεγα να θυσιάσω μια λέξη αυτή θα ήταν η ελπίδα.
Θα την έπαιρνα μπροστά μου και θα κομμάτιαζα τα ίχνη της πριν ηχήσουν.
Το έψιλον θα συμβόλιζε εμένα,
που ξεκινώ μια πορεία που είχα ξεχάσει.
Τα δυο επόμενα σύμφωνα μαζί με το ανίσχυρο Φωνήεν,
Θα θύμιζαν ασταθές, μετέωρο πάθος,
Φημισμένο για την ανάστροφη πορεία του.
Όσο Υια την κατάληξη, θα την άφηνα ως έχει
Αυτόνομη, Ιδία,

καταδικασμένο Φινάλε.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΥΓΡΟΣ ΕΧΘΡΟΣ

Ανόητες οι βουτιές των ανθρώπων
να παλέψουν ένα χιλιοστό απ' την έχθρα της.
Ρίχνομαι απαρηγόρητη στην ακτή,
με τη μυρωδιά αντηλιακού, καρφωμένη στα ρουθούνια
και στα αυτιά μου, συνεχώς τη Φωνή της.
Άνθρωποι Ψάρια.
Απορία στα πρόσωπα των Φίλων,
για την έχθρα μου στο γαλάζιο υγρό.
Εκείνοι καλλιεργούν τοπία όλο το χειμώνα,
έτσι δεν ξεχνούν που έθαψαν τα ολόλαμπρα φεγγάρια.
Μοιάζω να γίνομαι ένα με την άμμο,
έχοντας τις πνοές στην αγκαλιά μου,
μαζί με τα πεθαμένα αποτσίγαρα

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Νότες αφιερωμένες στη δευτέρα που έφτασε.
Με το βλέμμα γράφονται στο γκρίζο ουρανό.
Μου τις εμπιστεύεται στο ρυθμό της καλημέρας.
Εγώ, ένας μισότρελος διασκεδαστής της Φασαρίας,

λατρεύοντας τον τέλειο ήχοι μάχομαι να τον καταστρέψω

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΠΡΑΣΙΝΟ

Βγήκα στο Φως,
σε λίγο θα συναντήσω την άνοιξη.
Γιορτάζει η εξωστρέφεια.
Θα μου χαρίσει ένα ζευγάρι εγωιστικά μάτια,
με ημερομηνία λήξης ενενήντα ημερών,
στολίζοντας κάθε ώρα με θέληση για αλλαγή.
Δεν θα εκθρονίσω ούτε λεπτό τη μοναξιά,
έχει εδραιωθεί, οι σύμβουλοι της έχουν τη μορφή μου.
Με τα εργαλεία στα χέρια και μετρώντας τρεις δρασκελιές πρασίνου,

θα βρεθώ να αναπνέω το καλοκαίρι

.Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΤΟ ΤΩΡΑ

Ησύχασε μπρος στη διάφανη ομορφιά. Δεν έχει πλάτη να κρύψει το μαχαίρι.
Ταλαιπωρεί τους ολιγόψυχους και τρέμει το βλέμμα των κυνικών.
Αόρατη στην αφή και ευάλωτη στις προσδοκίες,
τρέφεται μόνο με πιστικούς μύθους.
Θυσίασε στο βωμό της, το απόσταγμα του «νια πάντα».
Όπως θα της αραδιάζεις σωρό τα παραμυθία της προσμονής,
εκείνη θα αλλοιώνεται στο σφυγμό της.
Λίνο πριν σβήσει θα σου χαρίσει το μονό που έχει,

Το τώρα.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΤΙΤΛΟΣ ΣΑΚΑΤΗΣ

Τίτλος σακάτης
Έρημος Φαντασμένος
χοροπηδά ανάμεσα στις προθέσεις μου.
Ξεκινώ?
Για πού?
Τη ερώτηση,
Πότε επέλεξα τον δρόμο,
Πότε αφουγκράστηκα τον γκρεμό,
Τα χιλιοστό γραμμένα βήματα, τυφλά

κολλημένα στη ελπίδα.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΤΕΛΟΣ;


Αγρίεψαν τα μάτια απ' τις Φαντασιώσεις.
Τράχυνε το δέρμα απ τη γύμνια, σώπασε μια για πάντα η Φωνή,
μπροστά στην αγριότητα
Άραξα στην πιο γνωστή ακτή, περιμένοντας να σταματήσει η ανάσα γύρω μου.
Στάθηκε μπροστά μου παριστάνοντας το ουράνιο τόξο,
-είμαι τυφλή, δεν το βλέπεις;
Έμπηξε τα νύχια στο λαιμό, μα δεν βρήκε ούτε σταγόνα κραυγής.
Πυροβόλησε αριστερά και η σφαίρα πέρασε από γνωστή δίοδο χωρίς καμιά αμυχή
Έγινε αέρας, μα είχα πάνω μου δυο δάχτυλα σκληρότητα.
Εγκατέλειψε ψέλλισα, ώσπου σείστηκαν τα πάντα,
ένα πανύψηλο βουνό ορθώθηκε μπροστά μου.
-Σε μισώ σκιά, σε μισώ.
Το νιώθω δεν εγκατέλειψε, είναι πίσω μου.
Θα μπορούσα;
Αποκλείεται οι αφετηρίες είναι πάντα μπροστά.
Ίσως αν;
Οι πρώτες λέξεις που έθαψα.
Τρέμω, μια χαζή ελπίδα, απειλεί το τέλος.

Θέλω; μπορώ άραγε να θέλω.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΣΤΟΛΙΔΙΑ ΤΟΥ ΕΧΩ

Το ανυπέρβλητο που νιώθω δεν χωρά σε λέξεις,
στο ροζ που αποπνέουν ελπίζω.
Το βλέπεις;
Όχι;
Καιρός να δεις.
Να μυρίσεις το θάνατο του «για πάντα»
Δεν μοιάζεις καλέ μου με μόνιμο κάτοικο, δεν έχει θέση δίπλα μου,
μόνη ταξιδεύω την παράλογη πορεία μου.
Παλεύω μόνο νια ένα σου κομμάτι, το πιο μαύρο,
εκείνο που σου δίδαξε η αφή, αυτό που δεν χόρτασε ποτέ.
Θα του χαρίσω απλόχερα «τροφή δικαιωμένης ελπίδας»
«Στολίδια του έχω» και μόλις χαράξει στον ορίζοντα της κούρασης,
Η κοινή πορεία μας θα χει τελειώσει.
Θα μείνουμε πάλι με ένα τετραγωνικό ανισόρροπη μοναξιά.

Μπορείς να αντέξεις την απειροελάχιστη πορεία Του έρωτα;

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ

'Ένα φράγμα γεμάτο από πράγματα
έφτιαξε μια ασήκωτη προσδοκία
για ευτυχισμένα στομάχια.
Εχθρός του Φαγώσιμου πλούτου,
στέκω στην ουρά του ταμείου
βλέποντας τις επιλογές να περνούν καμαρωτά.
Τα χέρια σηκώνουν με πείσμα το βάρος
απ 'τις γυαλιστερές οδηγίες,
Εκείνες που θα βάλουν τα δυνατά τους
να με κάνουν πιο χαρούμενη,

περνώντας πάνω και μέσα μου.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΙΣΩΣ


Μια προσμονή για άνοιξη πλαγιάζει δίπλα μου,
άψυχη, ανήμπορη, πεπεισμένη πως για μας όλα είναι γκρίζα.
Σήκω ώρα να πρασινίσεις να μου δώσεις φτερά.
Την κουβαλώ μαζί μου στα τοπία,
την αφήνω στις πρασινάδες να μοιράσει το έργο της.
Στρέφει το κεφάλι αλλού,
με την άρνηση της μάνας να αγαπήσει το σπλάχνο της.
Απειλώ, καλοπιάνω.
Θα πάρω τα εργαλεία σου και θα προχωρήσω μόνη.
Πρέπει να ξυπνήσεις ...
Πρέπει ....
Δεν γίνεται να χάσω και αυτή την άνοιξη,
δεν γίνεται να δω τις Φωτιές στα καμένα στάχια δίχως σοδειά,
δίχως τροΦή για τον χειμώνα.

Δεν μπορώ άλλο νηστικιά, σήκω σου λέω ....

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Μουδιασμένο μου σώμα
τέντωσε τους μυς στο πρωινό αεράκι.
Άνοιξε διάπλατα τα ρουθούνια
μπαίνοντας ο αόρατος θεός
να καλημερίζει το πρωινό.
Είναι απλό αυτό που ζήτω,

και ακόμα πιο απλό αυτό που πρέπει να κάνεις

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΠΟΥΘΕΝΑ

Με τρομάζει το ρολόι απέναντι,
μετρά τα δευτερόλεπτα.
Παίρνω το πανωφόρι
λέγοντας τρεις Φορές «παραιτούμαι»
κι ανοίγω την πόρτα, ένα βουνό από μορφές με παρασύρει,
Παλεύω λίγο σιγοτραγουδώντας το εμβατήριο,
μα είμαι πια στην γωνιά.
Μια σκιά Μεγαλόχαρη, ορμά στο πρόσωπο μου,
ουρλιάζοντας ένα σκονισμένο όρκο.
Ανοίγει μπροστά μου « τα πιστεύω».
Η ματαιότητα του εφήμερου λέει απλά,

δεν έχεις να πας πουθενά.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

Ο ΣΤΑΘΜΟΣ

Στις σιδερένιες γραμμές
Φορτώθηκε πάλι όλο το βάρος.
Δίπλα καμαρώνουν στολισμένα από εποχές,
ασυγκίνητα καφενεία
Το τρένο παίζει στο ρυθμό
της ανίας ενός ακόμα ταξιδιού.
Έπειτα από λίγο, αρχίζει η κραυγή του χωρισμού,
η το εμβατήριο για πορείες λυτρωμού.
Μουδιασμένα πρόσωπα στέλνουν πνοές,
σ' αυτούς που κάνουν το άσπρο των ματιών τους μαντίλι,
που κουνιέται μία και μοναδική φορά,

στην πορεία του «Φεύγω»

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΒΑΡΔΙΑ

Έπιασα δουλεία μετά τα μεσάνυχτα.
Κατέβασα τα ρολά,
Έσβησα το τελευταίο κερί ελπίδας και
περπάτησα πάλι μέχρι το ολοκάθαρο τοπίο.
Με υψωμένη τη θωριά λίγο πάνω απ την καθαρή ισορροπία,
εισέπνευσα τις βρόμικες σκέψεις, με γεμάτους πνεύμονες
έδωσα πνοή στον μάχιμο αέρα που άρχισε ένα δικό του αγώνα.
Παρέσυρε την ασχήμια,
πότισε τις άνομες πληγές,
ράντισε με υγρό απολύμανσης τις επιθυμίες,
καθάρισε τα «πότε» των ανυπόμονων,
Κέρασε πότο των λογικών την τρέλα,
Λίγο πριν την αυγή, έστεκα σαν τον αυτόχειρα,
έχοντας στην τσέπη για νυχτοκάματο,

«λογική αϋπνία».

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΝΙΚΗΜΕΝΗ ΑΝΑΣΑ

Ορκίζομαι
Πως αν δεν βρω κι απόψε μια ερωτευμένη λέξη,
Παύω να μιλώ.
Αν η ανάσα συνεχίζει να τρέμει την μορφή σου,
Γυρνώ στην ανημποριά νικημένη.
Αν τα μάτια συνεχίσουν να σου δείχνουν
ασπρόμαυρα νοιώθω,
τους αφαιρώ τον ρόλο.
Ζητώ λόγια Φανταχτερά

να εντυπωσιάσουν έρωτα γήινο.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΝΙΚΗ

Ισορρόπησα στα κεκτημένα πριν χιμήξω και πάλι στο κάλεσμα της αφής.
Μοιάζει χρόνων το ταξίδι και όμως μια πρόχειρη ανασκόπηση,
αποδεικνύει μειωμένη επαφή με την υγρασία.
Η τρέλα γαζώνεται απ' το μπορώ, κάθε στιγμή Φεύγω.
Τώρα πια θέλω τα πάντα, οι επιλογές αγαπούν ότι ανασάνει.
Παρηγορώ την έλλειψη, με ενδεχόμενες εικόνες ξεγνοιασιάς.
Με σαρώνει στον καθρέφτη του απόλυτου.
Πέφτω του θανατά, δείχνω πληγές εκλιπαρώντας για λύπηση,
αντικρίζω κυνισμό στο κατοπτρισμένο μου πορτρέτο.
Προσκυνώ ότι με ζέστανε και αρπάζοντας το σπαθί,
αποχαιρετώ ακόμα μια φορά την ευθεία.
Θέλω μπροστά μου αληθινό εχθρό, άσχημο, Φονιά, να μην μοιάζει με τους Κύκλωπες,
να μαντεύει τα τεχνάσματα του μυαλού.
Πατώντας την κακία στο αίμα του, εκεί στα στεγανά,
όλοι θα με θεωρούν ήρωα. Θα μου Φορέσουν στέμμα, επιτυχημένης αποτυχίας

θα δω το μυαλό να ησυχάζει μια για πάντα, στη γυριστή σκιά του.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΜΙΣΟΤΕΛΕΙΩΜΕΝΗ ΕΛΠΙΔΑ

Τούτο το πράσινο έχει αφή, μου θυμίζει την ανικανότητα να αγγίζω.
Μπαίνει απ' το παγωμένο παράθυρο στρώνεται απέναντι μου,
τρελαίνει τους ρυθμούς, που τρέχουν πάνω κάτω όλο ζωντάνια.
Ζητούν τροφή, με γεύση τρελής απόφασης.
Κρατούν στα τρεμάμενα χέρια τους, τις βάσεις της γης,
απειλώντας να προκαλέσουν τεκτονικό σεισμό.
Να Φάνουν οι αντοχές, να καταστραφούν επιτέλους οι ανισόρροπες εβδομάδες
Μέσα στο κατεστραμμένο τοπίο, ίσως αναγκαστώ να μην αντέξω.
Μια φκιασιδωμένη αλλαγή τα συνοδεύσει ως την πόρτα και αποδημούν,

για να ξεφύγουν απ' την ζέστη που έρχεται.

Ελπίδα Σόλου                                                                                                                 

ΚΕΚΤΗΜΕΝΑ


Ανίκανη να παλέψω την εβδομάδα που έφτασε,
τόσο πραγματική η ανάσα της, σε ρυθμό συνέχειας.
Σκύβω στο στόχο, ανασαίνω τα θέλω μου, ενάντια στα δικά της,
μα κι αν ακόμα ζαλίσω την πορεία της, οι πολεμιστές που την περιβάλουν
θα αποτελειώσουν τις ευχές, που δεν χωρούν σε χιλιοειπωμένες λέξεις.
Η επιβίωση με περιμένει στη γωνιά, με πραγματικά όπλα,
σφαίρες που επιφέρουν αργό, βασανιστικό θάνατο.
Σου δίνει τόση δόση κανονικότητας,
που στο τέλος είτε έχεις, είτε όχι, είναι το ίδιο.
Αρκεί να στέκεις όρθιος, να μπορούν οι ξένοι εκτιμητές,

να πληρώσουν όσο γίνετε πιο ακριβά τις μάχες σου.

Ελπίδα Σόλου